Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

ΤΟ … ΚΑΜΠΑΝΑΚΙ ΧΤΥΠΑΕΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΓΡΟΤΕΣ!

Μια είδηση, που αν και είναι ιδιαίτερου ενδιαφέροντος, πέρασε στα … ψιλά των εφημερίδων, μεταδόθηκε χθες από τις Βρυξέλλες. Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, το πραγματικό εισόδημα των αγροτών στην Ελλάδα μειώθηκε τη φετινή χρονιά κατά 4,3% σε σχέση με το 2009.

Η μείωση αυτή είναι η μεγαλύτερη μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης και η δεύτερη μεγαλύτερη στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης! Μας ξεπερνούν σε … κακή επίδοση, μόνο η Ρουμανία και η Μεγάλη Βρετανία, χώρες στις οποίες η μείωση του πραγματικού αγροτικού εισοδήματος ήταν διπλάσια!.

Από τις κοινοτικές χώρες, μόνο έξι (μεταξύ αυτών, βέβαια, και η Ελλάδα), εμφάνισαν μείωση του αγροτικού εισοδήματος το 2010. Στις υπόλοιπες 21 χώρες υπήρξε σημαντική αύξηση, η οποία σε ορισμένες χώρες της Κεντρικής και της Βόρειας Ευρώπης, έφθασε σε εντυπωσιακά ύψη. Για παράδειγμα, στην «πλούσια» Δανία η αύξηση ήταν 55%, στη «χειμαζόμενη» … συνάδελφο, ελέω "Μνημονίου", Ιρλανδία η αύξηση ήταν 39%, ενώ στη Γαλλία έφθασε στο 32%!

Για την χώρα μας, τα στοιχεία αυτά έχουν πρόσθετο ενδιαφέρον για τρεις βασικούς λόγους.

Ο πρώτος λόγος συναρτάται με το πλέγμα συγκυριών που η πατρίδα μας αντιμετωπίζει σε τρέχοντα χρόνο: Την ώρα που η χώρα βρίσκεται στη δίνη της οικονομικής και της χρηματοπιστωτικής κρίσης, και, ανυπερθέτως, αναζητεί και την παραμικρή εστία ανάπτυξης και αύξησης του εισοδήματος, άλλος ένας σημαντικός τομέας της οικονομίας της υποχωρεί! Και δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία ούτε «παρηγοριά», φυσικά, το γεγονός ότι και κάποιοι άλλοι στην Ευρώπη εμφανίζουν την ίδια εικόνα. Διότι υπάρχει και η άλλη πλευρά, των χωρών με την εντυπωσιακή αύξηση του αγροτικού εισοδήματος, όπως επίσης και το γεγονός ότι ένας προνομιακός τομέας παραγωγής (έτσι, τουλάχιστον, θα έπρεπε να είναι ο αγροτικός τομέας σε έναν γενικά «ευλογημένο» τόπο…) θα μπορούσε να αποτελεί όαση ανάπτυξης μέσα στη γενικότερη καθίζηση όλων των άλλων.

Ο δεύτερος λόγος, που θα έπρεπε λογικά να σημάνει συναγερμό, σχετίζεται με το διαγραφόμενο ζοφερό μέλλον του αγροτικού τομέα, σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο και ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η δυνατότητα των Ελλήνων αγροτών να ανταγωνιστούν επιτυχώς τους συναδέλφους τους των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών, είναι ούτως ή άλλως, σε οριακό επίπεδο, αλλά θα επιδεινωθεί, αναμφίβολα, στο μέλλον, από τι στιγμή που η μείωση του εισοδήματος των Ελλήνων αγροτών, εξανεμίζει κάθε ευκαιρία επανεπένδυσης μέρους του εισόδήματός τους ώστε να βελτιώσουν την ποιότητα των προϊόντων, να διεισδύσουν ανετότερα σε παραδοσιακές αγορές και να ανοίξουν νέες! Η κατάσταση εμφανίζεται ιδιαίτερα απαισιόδοξη, όταν, την ίδια στιγμή, οι ανταγωνιστές επιτυγχάνουν θεαματικές αυξήσεις του εισοδήματός τους, και έχουν δυνατότητες σημαντικών εκσυγχρονιστικών και διαχειριστικών επενδύσεων. Η λογική, μάλιστα, ότι ο ελληνικός αγροτικός τομέας βασίζεται, ως ένα βαθμό, σε εξειδικευμένα προϊόντα, δεν αποτελεί σημείο διασφάλισης, από τη στιγμή που η διεθνείς αγορές πολιορκούνται από νέους «παίκτες» (π.χ. η Κίνα, η οποία στρέφεται στην παραγωγή ελαιόλαδου, ενός κατ’ εξοχήν «ελληνικού παραδοσιακού» προϊόντος…)

Ο τρίτος λόγος, για τον οποίο τα στοιχεία αυτά, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, είναι κατά πολύ σοβαρότερος: Το 2013 είναι η τελευταία χρονιά καταβολής των επιδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τους αγρότες, τουλάχιστον με τη μορφή που τις γνωρίζαμε μέχρι τώρα. Αυτό σημαίνει ότι οι Έλληνες αγρότες θα κληθούν να ζήσουν βασιζόμενοι περισσότερο στις δικές τους δυνάμεις και λιγότερο (έως καθόλου…) στα κοινοτικά «πακέτα», τα οποία επί τρεις και πλέον δεκαετίες διατέθηκαν στην ελληνική ύπαιθρο, και κατασπαταλήθηκαν αλόγιστα, βεβαίως-βεβαίως!...

Διότι είναι κοινό μυστικό ότι οι επιδοτήσεις αυτές κατέληξαν κατά κύριο λόγο στην κατανάλωση και λιγότερο στη βελτίωση των μέσων και των διαδικασιών παραγωγής και διάθεσης των αγροτικών προϊόντων. Οπωσδήποτε, το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης γι’ αυτή την κατάσταση πέφτει στους ώμους των κυβερνήσεων αυτής της περιόδου, οι οποίες δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να χαράξουν μακροπρόθεσμη στρατηγική ανάπτυξης του αγροτικού τομέα της ελληνικής οικονομίας, εκμεταλλευόμενες και τα κοινοτικά δισεκατομμύρια που εισέρρευσαν στα εθνικά ταμεία.

Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν είναι άμοιρη ευθυνών και η ηγεσία του αγροτικού κόσμου, όπως αυτή εκφράζεται μέσω των συνδικαλιστικών οργανώσεων και των συνεταιρισμών, που δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε να ωθήσει τις κυβερνήσεις προς τη μόνη σωστή πολιτική: Την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα πάνω σε σύγχρονες και υγιείς βάσεις.

Υπό το φως αυτού του … αμαρτωλού παρελθόντος και των διόλου ενθαρρυντικών πραγματικών δεδομένων σε τρέχοντα χρόνο, υπάρχουν μπροστά μας τρία χρόνια, μέσα στα οποία πρέπει να χαραχθεί και να υλοποιηθεί μια ορθή αγροτική πολιτική. Ώστε οι Έλληνες αγρότες να μπορέσουν να ζήσουν αξιοπρεπώς και να μην αρχίσουν να πυκνώνουν τις τάξεις των ανέργων στις πόλεις. Οι οποίοι, ίσως δικαίως, αντιδρούν υπό το κράτος της οργής, όλο και περισσότερο, εν θερμώ. Και όταν η θερμότητα της οργής επικρατεί, η λογική εξατμίζεται! Οι κκ. Κακλαμάνης και Αλαβάνος, και, εσχάτως, ο δυστυχής κ. Χατζηδάκης, κάτι περισσότερο γνωρίζουν για το συγκεκριμένο θέμα!

Κώστας Γ. Αρβανίτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου