Το περίφημο παραμύθι «Ο Πέτρος κι ο Λύκος», το ξέρετε, μάλλον, αλλά για όσους ... ξεμάκρυναν από τα παιδικά χρόνια και τους έχει «φορτωθεί» άσχημα η καθημερινότητα, να το θυμίσω περιληπτικά:
Ο Πέτρος, νεαρός τσοπανάκος, βοσκάει τα προβατάκια του σε μια ραχούλα έξω από το χωριό του, έχει να δει άνθρωπο μέρες, και τον έχει φάει η ανία... Οπότε για να διασκεδάσει κομμάτι, αρχίζει χωρίς λόγο και αιτία να φωνάζει, «Λύκος! Λύκος!». Τον ακούνε απ’ το χωριό, αρχίζουν να χτυπάνε οι καμπάνες, παρατάνε όλοι τις ασχολίες τους, τρέχουν οι συγχωριανοί, με όπλα και δικράνια, φτάνουν στη ράχη, και ... βλέπουν τον Πέτρο να ξεκαρδίζεται στα γέλια! «Χα! Χα! Σας την έφερα!» τους λέει ο τσοπανάκος... Τα μαζεύουν οι νοικοκυραίοι και γυρνάνε, κάνοντας το σταυρό τους, στις δουλειές τους.... Την άλλη μέρα, ξανά-μανά, τα ίδια: Βαριέται πάλι ο Πέτρος, αρχίζει να ξεφωνίζει «Λύκος! Λύκος», νέος συναγερμός στο χωριό, ξαναπαρατάνε όλοι τις δουλειές τους, και πάνε πάνοπλοι να αντιμετωπίσουν το ... θεριό! Αντί για θεριό, όμως, βρίσκουν τον Πέτρο να κυλιέται στο χορτάρι, γελώντας μέχρι δακρύων... Αρχίζουν τις μουρμούρες οι χωριανοί, τα μαζεύουν «τσαντισμένοι» και γυρίζουν στα σπίτια τους! Τρίτη μέρα στη σειρά, πίσω απ’ την αρχή τα ίδια: Ξαναφωνάζει ο Πέτρος «Λύκος! Λύκος», σημαίνει συναγερμός, αρματώνονται κάτι παληκάρια, πάνε στη ράχη, βλέπουν τον Πέτρο να σπαρταράει ... σαν σπάρος έξω απ’ το νερό! Βάζουν τις φωνές οι χωριανοί, αρχίζουν τις απειλές, χυμάνε και κανα-δυο πιο ... ευέξαπτοι να τον ... καταχερίσουν, τους συγκρατούν οι άλλοι, οι πιο ψύχραιμοι («Ρε παιδιά, ένα χωριό είμαστε»! Δεν κάνει!...), τέλος πάντων, τα μαζεύουν ξανά-μανά οι χωριανοί και ... βουρ για τον επιούσιο! Τέταρτη μέρα στη γραμμή, άϊντε πάλι τα ίδια: «Λύκος! Λύκος!». «Πάμε!» λένε κανα-δυο... Πετάγονται, όμως κάτι άλλοι και λένε: «Ρε ποιος λύκος! Αυτός μας δουλεύει «ψιλό γαζί»! Άστε τον να πάει ... να κουρεύεται!». Και συνεχίζουν τις δουλειές τους, αδιάφορα, παρόλο που ο παππάς κι ο δάσκαλος του χωριού ... διαφωνούν, αλλά τελικά πείθονται να μην βοηθήσουν, αφού ο λύκος θέλει όπλα για να τον αντμετωπίσεις κι όχι ... εξάψαλμους και ... σπειρωειδείς μεθόδους διδασκαλίας! Και οι φωνές από τη ράχη, δώστου να δυναμώνουν «Λύκος, ρε παιδιά! Τρεχάτε!»... Γιατί, ετούτη τη φορά ο λύκος ήρθε στ’ αλήθεια, δεν ήταν χωρατό του Πέτρου! Κι άρπαξε τα πρόβατα, και τα ‘κανε μια χαψιά! Κι ο Πέτρος καταξεσκισμένος και καταματωμένος, μόλις που γλύτωσε, κι έφτασε κακήν-κακώς, με το κεφάλι κάτω κι ολολύζοντας στο χωριό... Όπου αντιμετώπισε, όπως ήταν αναμενόμενο, τη χλεύη και την περιφρόνηση των συγχωριανών του... Κι ο λύκος χορτασμένος πάει αλλού, σε άλλη ράχη, γι’ άλλα προβατάκια... Γιατί έτσι συμβαίνει, πάντα: Τα προβατάκια την πληρώνουν! Οι τσοπάνηδες τη γλιτώνουν με ολίγον τσαλακωμένο ... εγωισμό!
Τώρα θα μου πείτε γιατί μας ζάλισες τόση ώρα με τους … Πέτρους και τους … λύκους; Ε, πως βρε παιδιά! Κάτι πρέπει να σας θυμίζει ετούτο το «παραμύθι»! Γιατί εμένα μου θυμίζει πολλά...
Μου θυμίζει κάτι εποχές, που η ... Ψωροκώσταινα έβοσε κάτι ... ολίγα «προβατάκια», πετσί και κόκαλο, σε ράχες και κορφοβούνια, κι είχε βάλει και έναν ... τσοπανάκο «Πέτρο», γαλλομαθή με ελαφρώς ... «βαλκάνια» προφορά, να τα φυλάει (Τώρα, βέβαια, Πέτρο δεν τον έλεγαν, αλλιώς τον έλεγαν, αλλά τέλος πάντων!). Και θες γιατί σκυλοβαριόταν όλη μέρα ο ... τότε «Πέτρος» με τα προβατάκια παρέα, θες γιατί «μεγαλοπιανόταν» κι ήθελε να δει ... και κανένα χωριανό πεπολιτισμένο να «αλλάξουν» δυο κουβέντες ανθρώπινες (όχι βελάσματα...), θες γιατί ίσως-ίσως να έβλεπε ότι μπορεί κάποια ... αποφράδα ημέρα να «πλακώσει», τελικά, ο «λύκος», έβαλε, στα καλά καθούμενα, τις φωνές: «Λύκος! Λύκος!». Και πλάκωσαν κάτι «παληκάρια» ... ζόρικα (λέγε με Ωνάση, Μποδοσάκη, κλπ.) με τα «όπλα» (λέγε με επενδύσεις...) στα χέρια να διώξουν το «λύκο»! Αλλά, ο ... εναλλακτικός «Πέτρος» της ... Ψωροκώσταινας (αφού ο άλλος ... ιδιώτευε εν Παρισίοις), έβαλε τα γέλια, και τους είπε: «Αφήστε τα «όπλα» και πηγαίνεται καλιά σας... Μια «πλακίστα» έκανε ο προηγούμενος τσοπάνος!...» Κι έφυγαν εκείνοι μουρμουρίζοντας...
Κι ήρθε ένας ...άλλος «Πέτρος», ... γυψαδόρος, ντυμένος στο χακί, που άρχισε τα ίδια: «Λύκος! Λύκος!». Ξανάρθαν πάνοπλα τα παληκάρια «λέγε με Esso-Πάππας, Νιάρχο, Τσάτσο, Στασινόπουλο, Αγγελόπουλο, Γουλανδρή, κλπ.), ξανά-μανά τα ίδια: «Αφήστε τα «όπλα» και άϊντε στο καλό, γιατί οι «λύκοι» μας τελείωσαν»!
Και όταν τσοπάνευε πάλι ... ο πρώτος «Πέτρος» (βρε να μη λέγεται ούτε ένας, Πέτρος, στ’ αλήθεια! Τι ατυχία είναι αυτή ρε παιδιά..., έχω τρελλαθεί στα εισαγωγικά) ... με τα πυκνά φρύδια, δώστου ξανά «Λύκος! Λύκος!» Και νάτα πάλι τα «παλληκάρια» (λέγε με Ελληνικό Εφοπλιστικό Λόμπι), να διώξουν τον «λύκο». Αλλά δεν πρόλαβαν εκείνον τον ... «Πέτρο», τον ... γαϊτανοφρύδη!
Γιατί, τώρα ... τσοπάνευε ένας άλλος «Πέτρος», ... αρχιτσέλιγκας ... με ζιβάγκο, που τους είπε «Μαζέψτε τα, ω καταχραστές και εκμεταλλευτές των «προβάτων» μου!.. .Δεν έχει λύκους εδώ, σας τη σκάσαμε!». Και είπε και στα ... πρόβατα να ετοιμάζονται να ... διαφεντέψουν και τα «όπλα» που παράτησαν επιτόπου ... τα «παληκάρια» τα καλά! Άρχισαν τις βλαστήμιες τα παληκάρια και ... τον πλάκωσαν στα «φάσκελα» τον ... «Πέτρο» με το ζιβάγκο!
Υστερώτερα, τσοπάνεψαν διαδοχικά ένας ... «Πέτρος» ... τηλεγραφόξυλος, ...ομορφάντρας και ... γκαντέμης, ένας άλλος ... «Πέτρος» εκσυγχρονιστής, με τσαρούχια μεραγκλαντάν και ... ημίψηλο (λέγε με Ο.Ν.Ε.), κι ένας ... τελευταίος «Πέτρος» ... χοντρούλης, «γυροπνίχτης» και ... ξεγυρισμένος «σπληναντερο-ολετήρας» με κάτι ... αχαμνά τσοπανόσκυλα πολύ ... θεοφοβούμενα, Όλοι αυτοί έσπαγαν πολλή «πλάκα» (λέγε με γραφειοκρατία, μίζα, κακοδιοίκηση, απόπειρες συνδιαχείρισης των επενδύσεων...) με τους ... «συγχωριανούς» και με τα παληκάρια με τα ... «όπλα», επικαλούμενοι τον ... ανύπαρκτο «λύκο».
Έτσι, φθάσαμε, αισίως, και σε μια ... «Πετρούλα»..., αχ τσελιγκοπούλα (όχι την Κωστίδου βρε παιδιά! Άλλη Πετρούλα αυτή! Αυτή είναι «επιστήμων» μετεωρολόγος με ... σαφή τάση προς τις θερινές ... αποκαλυπτικές εμφανίσεις, και δεν έχει μόνο τη ... χάρη, έχει και το όνομα...), που είδε κι απόειδε και πήγε και τον φώναξε ... μόνη της, τον «Λύκο»!
Γιατί σου λέει: «Τόσα χρόνια λύκο ακούμε και λύκο δεν βλέπουμε! Άσε να τον φέρω κατά ‘δω να μην αφήσει ... πρόβατο για πρόβατο!» Κι ούτω πως έπραξε, ... η «Πετρούλα». Κι επειδή τόσο ο παππούς της όσο κι ο πατέρας της, αμφότεροι ... περιώνυμοι τσοπαναραίοι και ... αρχοντο-τσελιγκάδες, της το είχαν πει πολλές φορές το προαναφερθέν ... παραμύθι, και το είχε εμπεδώσει ... η «Πετρούλα». έβαλε, απο πάνω και τις φωνές «Λύκος! Λύκος!» για να είναι η ... σκηνοθεσία ολοκληρωμένη!
Αλλά, και για έναν, επιπλέον, πιο σημαντικό λόγο: Διότι, μετά την τόση ... κατ’ οίκον ... «πατρική διδασκαλία» είχε πλήρως κατανοήσει το «ηθικόν δίδαγμα» του ... παραμυθιού, που είναι: «Καλός είναι ο λύκος, για να καταπιεί ... αμάσητα ορισμένα ατίθασα ... «παλιο-κρίαρα», που όταν την ... τύλωσαν με το χορτάρι (ή και με το κουτόχορτο, δεν έχει και πολλή σημασία...) που τους διαθέταμε εν αφθονία τόσα χρόνια, άρχισαν να το ... «παίζουν» ... κατσίκια! Αλλά να μην μας αφανίσει και το βιός, και καταλήξουμε σαν τον ... Πέτρο του παραμυθιού! Διότι τότε πως θα διατηρήσουμε την ... αθάνατη παράδοση της ... Πατρίδας, η οποία συμποσούται εις το ... λίαν διδακτικόν (άμα και προφητικόν...) δημοτικόν άσμα της τάβλας:
«Ορέ, χίλιοι τρακόσιοι άρχοντες, ωχ! ωχ! ωχ! /
ορέ, αντάμα τρων’ και πίνουν /
Ορέ, μα είχαν τραπέζια ν’ αργυρά, ωχ! ωχ! ωχ! /
ορέ, σοφρά μαλαματένιο /
Ορέ, μα είχαν αρνιά που ψήνονταν, ωχ! ωχ! ωχ! /
ορέ, κριάρια σουβλισμένα /
Ορέ, μα ειχαν κι ένα γλυκό κρασί, ωχ! ωχ! /
ορέ, από το μοναστήρι...»
(Είδατε βρε παιδιά, τι σοφός που ήταν κάποτε ... ο φουστανελάς; Όλα τα είχε καταλάβει! Και τους τριακόσιους ... άρχοντες είχε προβλέψει, και τους «χίλιους» ... της καμαρίλας είχε αντιληφθεί, και τα «τραπέζια» και τους «σοφράδες» τους ... πολυτελείς και μαλαματοκαπνισμένους, τους είχε ... προφητέψει, και τα «αρνιά» που θα ψήνονταν είχε μυριστεί, και τα «κριάρια» που θα «σουβλίζονταν» ... τα είχε προκαταβολικά ... θρηνήσει, ακόμη και το ... «μοναστήρι» είχε πάρει «πρέφα» βρε παιδιά! Και ... βογκούσε κι όλας, σαν τραγουδούσε, στους γάμους, κυρίως, το εν λόγω άσμα... Μυστήρια πράγματα, βρε παιδιά... Πάντα τα ίδια σ’ αυτόν τον τόπο, πάντα τα ίδια;!;!)
Αυτά σχεδίαζε, το λοιπόν, η ... «Πετρούλα», αλλά τα παληκάρια του «χωριού» ... την πήραν «μυρωδιά» και την άφησαν να ψάχνει για ... «κούρεμα». Μόνο κάτι «παπάδες» (λέγε με Καρατζαφέρη, Μπακογιάννη...) και κάτι «δάσκαλοι» (λέγε με Συγκροτήματα και ... πνευματικό κόσμο), είπαν στην αρχή να πάνε να βοηθήσουν, κι άρπαξαν κάποια ... παρατυχόντα «εξαπτέρυγα», «μανουάλια» και «θυμιατά», και κάτι «χρυσόδετους τόμους» με ... εθνικόφρονες παραινέσεις, βγαλμένες από τη σοφία του Κοραή, του Κολοκοτρώνη και του Μακρυγιάννη, αλλά τα παράτησαν, πριν αλέκτωρ φωνήσει τρις... Διότι σκέφτηκαν, ότι αφενός μεν ο «λύκος» αυτός, που ... νοικοκυρεύει το «κοπάδι», είναι ο κατ’ εξόχήν ... Αχόρταγος και έχει καλώς προσχεδιασμένες ... «υπεδάφιες» βλέψεις, αφετέρου δε ό,τι έχει απομείνει από το «κοπάδι» απαρτίζεται από κάτι ... βαρβάτα «κριάρια», που δεν το ‘χουν σε τίποτα να παρατήσουν τον «λύκο» και να πλακώσουν αυτούς ... στις «πλαγιο-μετωπικές»... Οπότε, έκαναν την πάπια...
Κι η «Πετρούλα», μόνη κι έρημη, έψαχνε ...εναγωνίως για τη συναίνεση των «συγχωριανών». Κι όταν δεν την ... εξασφάλισε, απευθύνθηκε σε ... άλλα «χωριά»! Έστειλε, έναν ... αδερφούλη, Νικολός τ’ ονοματάκι του, που τον είχε τάχα μου-τάχα μου για «μπιστικό» στο ... κοπάδι κι ήταν και ... κομμάτι γραμματιζούμενος και διανούμενος, κι ένα ... μαγκιόρικο, πλην ... σκιώδες, «τσομπανόσκυλο», που το φώναζαν ... «Χαρούλα», να πάν’ να βρούνε ... τίποτα «όπλα».
Κι ο μεν Νικολός. .. ξενιτεύτηκε (ξένος, δηλαδή αισθανόταν από τα γεννοφάσκια του, αλλά αυτό είναι άλλο καπέλο...) και τράβηξε σε ... κάτι πρώην νομάδες ...καμηλιέρηδες, που συνήθζαν να τρίβονται ... με πετρέλαιο, καθότι είχαν αρπάξει ... «πούντα» (μπορεί και τίποτα ψείρες, θα σας γελάσω, γιατί φοράνε και κάτι τραπεζομάντηλα τρίδιπλα στο κεφάλι...) και γύρισε πίσω περιχαρής: «Έρχονται, και θα μας σώσουν απ’ το λύκο, καθότι ... μετέρχονται νέων φαρμάκων, πρωτοποριακά παρασκευασμένων από το ... κέλυφος των «Αστακών»...». Αλλά, όσο τους είδατε εσείς, αλλο τόσο τους είδα κι εγώ! Για αστακομακαρονάδες, βέβαια, ήρθαν αλλά από «όπλα» ... τίποτα! Κάτι εμπροσθογεμείς ... παλιο-γκράδες έστειλαν και, βεβαίως, πολλές ... υποσχέσεις δια το ... απώτερο μέλλον! Και βρήκαν και το μπελά τους, και η .. «Πετρούλα» και ... ο Νικολός ο «μπιστικός», καθότι σηκωθήκαν κάτι εναπομείναντα «γκεσέμια», κι άρχισαν τη μουρμούρα: «Τι δουλειά είχε αυτός να πάει στους ... «καμηλιέρηδες»; Με ποια άρμοδιότητα; Αυτός, μόνο «τυριά» και «βούτυρα» ήξερε να ... χλαπακιάζει μέχρι τώρα, κι έριχνε στα μουλωχτά και καμιά με τη ... «γκλίτσα» του (λέγε με ... αμπελοφιλοσοφίες των κειμένων του, με κριτικές για τους Έλληνες)! Από που κι ως που, άρχισε να ... «κόβεται» για το «κοπάδι»; Και μυστηριωδώς, ο Νικολός, εξαφανίστηκε απ’ το προσκήνιο...
Η ... «Χαρούλα», τώρα, ... το «τσομπανόσκυλο» ... βούτηξε στο στόμα μια βαλίτσα ... τίγκα στις σωβρακοφανέλες, και γύρισε ...κάμπους και βουνά, λαγκάδια και καταρράχια, της «αλλοδαπής»! Κι όπου έβρισκε ... «οπλοπωλείο» (ή και ... «παλαιοπωλείο», ακόμη...), άρχιζε το παραπονεμένο ... αλύχτημα, μήπως και φιλοτιμηθεί κανένας ... και στείλει καμιά ... παλιοκουμπούρα ή καριοφίλι, ή έστω κανένα ... αναγεννησιακό αρκεβούζιο, στην ... Πατρίδα. Αλλά, μπα! Μόλις τον έπαιρναν χαμπάρι, άρχιζαν τα: «Υπάρχει, δυστυχώς, στενότης!» ή τα «Πολύ θα θέλαμε, αλλά δυστυχώς, εσχάτως ... αυξήθηκαν οι επιθέσεις των λύκων ... στα κοπάδια», ή τα «Να στείλουμε, αλλά, ... μας δίνετε, μας δίνετε μια όμορφη κοπέλλα;». Κι επειδή, δεδομένου ότι δεν είχε τέτοια ... εξουσιοδότηση, αφού μόνο η ... Πετρούλα είχε ... το προνόμιο για τέτοιες ... κρίσιμες διαπραγματεύσεις, η ... «Χαρούλα» απαντούσε πολύ-πολύ μόρτικα: «Σας δίνουμε, σας δίνουμε μια παλιοκατσιβέλα!», έτρωγε ... «πόρτα»! Οπότε, βουρ ... γι’ άλλα! Πάντα με ... τη βαλίτσα στο στόμα! Κατάντησαν ... οι σωβρακοφανέλες πιο ταξιδεμένες κι απ τον ... Μάρκο Πόλο!
Κι η ... «Χαρούλα», αφού έρριξε .... κάμποσους γύρους στο ... αείμνηστο Μαγγελάνο, είδε κι απόειδε, και τράβηξε για κάτι ... «βλαχοχώρια» του Νέου Κόσμου (λέγε με Νέα Υόρκη...), όπου ... όλως τυχαίως, είχαν στήσει «τσαρδί» κι εμπορεύονταν κάτι ξενιτεμένα «παληκάρια», μετανάστες δεύτερης ή τρίτης γενιάς από την ... εγχώρια «στάνη». Διότι σου λέει: «Οι άλλοι, ... οι αλλοδαποί, ζητάνε τη μάνα τους και τον πατέρα τους! Ετούτοι εδώ, που μας συνδέει και το όμαιμον, και το ομόγλωσσον (περίπου...) και το ομόθρησκον, δεν μπορεί, θα τρέξουν με τα ... τέσσερα!»
Πιάνει, λοιπόν και γράφει ένα γράμμα και μια γραφή σε έναν πρωτοπρεσβύτερο, ονόματι Αλέξανδρο Καρλούτσο, που τα τιμάει τα ράσα, διότι συσπειρώνει το ελληνοαμερικάνικο λόμπι (όχι σαν κάτι άλλους ... Φαρισαίους και Γραμματείς, Ιεροσολυμιτικού ή και ... Βατοπεδινού τύπου που τις διέλυσαν ... τις «θυγατρικές») ότι καταφθάνει ... με τη βαλίτσα. Κι ο «αρχίπαπας», Έλληνας με τα όλα του, απάντησε: «Πως, βεβαίως και καλώς να ορίσετε!». Και πιάνει και φωνάζει τα ... ξενιτεμένα «παληκάρια» σε ένα ... «χειμαδιό», ονόματι Μετροπόλιταν Κλαμπ, σε μια .. αμμουδερή, ονόματι Μανχάτταν, για να κάνουν μια ... «παληκαρο-σύναξη», ονόματι ... 12ο Ετήσιο Φόρουμ Επενδύσεων της εταιρείας Κάπιταλ Λινκ, με αντικείμενο συζήτησης των ... «κουμπουροφόρων παλληκαριών», τη δυνατότητα αποστολής ...«όπλων» στο ιθαγενές «ποίμνιο» (λέγε με «Μεταρρυθμίζοντας την Ελλάδα: Ευκαιρίες και προκλήσεις»)! Πολύ εντάξει, σας λέω, ο παπάς!
Διότι μάζεψε εκεί, όλα τα καλά «πρωτο-παλήκαρα» που ασχολούνται με τα... «βαρέα όπλα», και που παίζουν με δισεκατομμύρια (περισσότερα από ολόκληρο το χρέος της «ντόπιας στάνης» προς τον «λύκο»), και που φιγουράρουν στις λίστες μιας … παλιοφυλλάδας, ονόματι Forbes, και που έχουν και κάτι ονόματα ... μεσοβέζικα, τύπου Τζον Κατσιματίδης, Άλεξ Σπάνος, Κυριάκος Τσακόπουλος, Πήτερ Γεωργιόπουλος, Ντένης Μίελ, Γιώργος Τσούνης, Πίτερ Πάπας, Πανίκος Παπανικολάου, και άλλα! Και κατέφθασε και η ... «Χαρούλα», με τη βεβαιότητα ότι κάτι ... γυάλινες χάντρες τύπου «φάστ τράκ» που, παρεμπιπτόντως κουβάλαγε στη ... γνωστή βαλίτσα, και εκείνο ... το παραπονιάρικο βλέμμα των «τσομπανόσκυλων», στο οποίο είχε δεόντως ...εξασκηθεί (και που όταν το αντικρύζεις, αρχίζεις να ψάχνεσαι μήπως κι έχει κάτι ανθρώπινο μέσα του...), θα τους προσείλκυαν τους ... ξενιτεμένους «κομμάντο»!
Αλλά, μπα! Ο μόνος που έκανε καλά τη δουλειά του ήταν ο παπάς! Κάτι, οι ... γυάλινες χάντρες ... της ... «Χαρούλας», κάτι οι ... μνήμες από ... τα καλαμπούρια που είχαν γίνει εις βάρος .. κάποιων άλλων παληκαριών, στο παρελθόν, από ... τους άλλους «Πετράκηδες», ... πάγωσαν τα τωρινά «παληκάρια»! Και γύρισαν ... την πλάτη στη ... «Χαρούλα», μ’ όλα τα παραπονιάρικα ... βλέμματά της, και μουρμούριζαν κι από πάνω! «Για μια ακόμα φορά επιχειρούν να μας προσελκύσουν ποντάροντας στο συναίσθημα. Υπήρξε παντελής απουσία διάθεσης για δημιουργία επενδυτικού περιβάλλοντος. Πρέπει να καταλάβουν ότι είμαστε επιχειρηματίες και την αγάπη μας για την πατρίδα δεν θα τη δείξουμε με καταδικασμένες επενδύσεις», έλεγαν τα ... απόδημα «πρωτο-παλλήκαρα»! Και ήταν αρνητικά, στο ενδεχόμενο μεταφοράς ... «όπλων» στη ... μητρική «στάνη»!
Η ... «Χαρούλα», λοιπόν, μάζεψε ... τα λερωμένα, τ’ άπλυτα, τα παραπεταμένα, και με τη βαλίτσα ... στο στόμα, ήρθε πάλι πίσω να πεί τα χαμπέρια στην ... «Πετρούλα»! Που έπεσε στις μαύρες απελπισίες... Διότι, δεν είναι μόνο τα «κριτάρια» που άρχισαν να συνεννοούνται για ... ξεγυρισμένες «μετωπικές»! Είναι κι εκείνος ... ο «μούργος», ονόματι ... Αντώνιος, που έχει στήσει «τσαρδί», στο ... διαμπερές, της έναντι ... κεντροδεξιάς «στάνης»! Που όλο γαβγίζει πως χρειάζεται ... «αλλαγή μείγματος πολιτικής», και ότι δεν δίνει «συναίνεση» που να τον ...χρυσώσουν! Μ’ αυτόν, τι κάνεις; Διότι, μπορεί να συμβεί (που ξέρεις;), να ξημερώσει κανα πρωί, και τα … εναπομείναντα «κριάρια» να παρασύρουν και τα ... λοιπά ψοφοδεή «γιδοπρόβατα», και να βρεθούν όλα μαζί στην ... διαμπερή κεντροδεξιά «στάνη». Κι άϊντε μετά η ... «Πετρούλα», να βρει τόπο να σταθεί... Διότι πως να το κάνουμε! Άλλο είναι να «τσοπανεύεις» ... μερικά εκατομμύρια «γιδοπρόβατα», έστω και ... νοτιοβαλκανικής ράτσας, κι άλλο να προσπαθείς να γεμίσεις τις ώρες σου ... με ποδήλατο, και για να σπάσεις τη μονοτονία να κάνεις απόπειρες ... αυτοχειρίας με εντελώς ... πρωτάκουστες μεθόδους, του τύπου ... «αλλαγή αλυσίδας ποδηλάτου εν κινήσει»!
Και δόστου δάκρυ ... «Πετρούλα», που σκέφτεται ότι δεν της τα’ παν καλά ... ο μπαμπάς κι ο παππούς, σχετικά με τον «λύκο», και πήγε και τον φώναξε ... η ίδια! Ασε δε που της είχαν υποθηκεύσει και την «προίκα», και κινδυνεύει από ... πολύφερνη μνηστή να καταντήσει ... ξεβράκωτη νύφη!
Διότι, παρήλθαν, φευ, οι καιροί ... των συναισθημάτων! Το παν σήμερα είναι τα «φράγκα», γνωστά και ως «μπικικίνια»! Τα οποία υπάρχουν, αλλά ... άϊντε να τα βρεις! Ιδίως όταν φώναζες τόσα χρόνια «Λύκος! Λύκος!» ... για ψύλλου πήδημα! Το μόνο που περιμένεις ως απάντηση, τώρα, είναι το εκ του δημοτικού άσματος περιώνυμο απόσπασμα:
«Λύκος να φάει τα πρόβατα, και τσάκαλος τα γίδια...»
Με τέτοια ζωντόβολα σαν τα εγχώρια «πρόβατα και γίδια», και με τέτοιους «τενεκέδες ξεγάνωτους» σαν τους διαχρονικούς ... «Πετράκηδες» της εγχώριας "στάνης", δεν μπορείς να προσδοκάς τίποτε καλύτερο...
Και βόηθα Παναγιά!
Κώστας Γ. Αρβανίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου